- Λιπάρας
- Λιπάρᾱς , Λιπάραof Liparafem acc plΛιπάρᾱς , Λιπάραof Liparafem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λιπαρᾶς — λῑπαρᾶς , λιπαρής persisting masc/fem acc pl (doric aeolic) λιπαρός oily fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λιπαράς — λιπαρά̱ς , λιπαρός oily fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
APUA — I. APUA oppid. Liquriae, in THusciae confinio amplum, ad Macram fluv. cuius incolae Apuani Livio. Hodie Pontremoli, teste Iustinianô dicitur. Vide Cluver. Ital. Ant. l. 1. c. 10. Subest magno Duci Hetruriae, qui id redemit ab Hispanis, paucis ab… … Hofmann J. Lexicon universale
MAGI — I. MAGI Sacerdotes et Philosophi Persarum, quibus et sacra et publica res curae, magnô apud omnes pretiô, Altrorum praecipue contemplationi vacabant: Horum auctor Zoroaster, seu Altrotheates, doctrina verô nihil aliud fuisse videtur, quam… … Hofmann J. Lexicon universale
Λιπαραίος — Λιπαραῑος, αία, ον (Α) [Λιπάρα] 1. αυτός που ανήκει στη Λιπάρα, τη μεγαλύτερη από τις Λιπάρες Νήσους 2. (το αρσ. και θηλ.) ο κάτοικος τής Λιπάρας («ἡ Λιπαραίων πόλις», Αριστοτ.) 3. φρ. «λίθος Λιπαραῑος» είδος λίθου που έμοιαζε με ηφαιστειώδη ύαλο … Dictionary of Greek
θέμις — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν Τιτανίδα, κόρη της Γαίας και του Ουρανού, προσωποποίηση του θείου δικαίου, του νόμου και της τάξης. Συγκαταλέγεται (ύστερα από τη Μήτι και πριν από την Ήρα) μεταξύ των συζύγων του Δία, του εγγυητή όλων των κανόνων που… … Dictionary of Greek
Αιόλου, νησιά ή Λίπαρι — (EolieLipari).Νησιωτικό σύμπλεγμα στη νότια Τυρρηνική θάλασσα, βόρεια της Σικελίας. Στην αρχαιότητα είχαν εγκατασταθεί εκεί Ρόδιοι και Κνίδιοι, οι οποίοι τα μετονόμασαν σε Λιπάρας ή Λιπαραίας νήσους. Α.ν. ή πλωτή Αιολία ονομάστηκαν επειδή κατά τη … Dictionary of Greek